samedi 16 octobre 2021

ΕΠΙΣΚΕΨΗ

 Ο γιός μου είναι άρρωστος. Τον πηγαίνω στα επείγοντα του νοσοκομείου όπου εργάζομαι και μετά αργά τη νύχτα σαν να έχουμε πάει να κοιμηθούμε στον ξενώνα του κοινωνικού τμήματος όπου φιλοξενούνται οι άστεγοι. Το πρωί όλοι βρίσκονται σε εγρήγορση γιατί ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έρχεται επίσκεψη έκπληξη να δει ιδίοις όμασι πως λειτουργούν οι υπηρεσίες του κράτους. Εμείς θέλουμε να φύγουμε και τότε ομάδα συνδικαλιστών με αναγνωρίζει. Διαμαρτύρονται, η παρουσία μου τους ενοχλεί. Υποστηρίζουν ότι ήρθα με δόλο να κάνω μυστική κλινική έρευνα, έτσι είχε κάνει ένας κοινωνιολόγος-ψυχαναλυτής πριν από δεκαπέντε χρόνια και έκτοτε άρχισαν οι περικοπές δαπανών στο ίδρυμα και οι απολύσεις προσωπικού. Αντιδρώ άμεσα και τους λέω ότι η ρητορική τους δεν στέκει, η κακή εικόνα του ιδρύματος οφείλεται στο ότι δεν εργάζονται και περνούν τον χρόνο τους πίνωντας καφέδες φραπέ ενώ συζητούν συνέχεια για τούρκικα σήριαλ. Οι περισσότεροι χτυπούν κάρτα και φεύγουν, πηγαίνουν ν΄ανοίξουν τα μαγαζιά τους στο εμπορικό κέντρο απέναντι. Τα λόγια μου σκεπάζονται από τη μουσική, η ορχήστρα της προεδρικής φρουράς παίζει εμβατήρια και μετά ακολουθεί ο εθνικός ύμνος.

Επειδή ο γιός μου δεν μπορεί να περπατήσει τον παίρνω στους ώμους όπως όταν ήταν μικρός και προχωρώντας στη μεγάλη γαλαρία κατευθυνόμαστε προς την έξοδο για να πάρουμε το τραμ.
Κατεβαίνουμε στο σταθμό του τραίνου στο χωριό Καραβόμυλος. Ο γιός μου είναι τώρα ο αδερφός μου και μόλις απολύθηκε από το στρατό. Θέλει να πάμε να δει έναν πρώην συμμαθητή του από το Λύκειο Στυλίδος. Έχουν ένα παλιό κόκκινο τρακτέρ ΙΜΤ Γιουγκοσλαβικής κατασκευής αλλά είναι κατακαίνουργο σαν να το αγόρασαν σήμερα. Είναι σταθμευμένο στον ίσκιο της γέρικης μουριάς στην αυλή του σπιτιού τους. Ο αδερφός μου θέλει να το οδηγήσει να πάει μια βόλτα κατά μήκος της θάλασσας, όμως εγώ δεν συμφωνώ, του λέω ότι δεν είναι τώρα ώρα για βόλτες. Πάνω στην ώρα έρχεται ο πατέρας μας με το κόκκινο Datsun κατακαίνουργο όπως το είχαμε αγοράσει το 1979. Κατεβαίνει και πηγαίνει να χαιρετήσει την οικογένεια του φίλου του. Τον βλέπω που προχωρεί κάτω από τον ήλιο του μεσημεριού και το σώμα του δεν αφήνει σκιά. Ο φίλος του αδερφού μου προτείνει στον πατέρα μας να ξαπλώσει στο ντιβάνι που είναι δίπλα στο τρακτέρ κάτω από τη γέρικη μουριά.
«Θα φύγουμε αμέσως», λέει ο πατέρας μου, «ήρθα να πάρω τα παιδιά.»
Καθώς επιβιβαζώμαστε στο φορτηγό, ο πατέρας μου μού δίνει τα κλειδιά του αυτοκινήτου να οδηγήσω και μου λέει εμπιστευτικά στο αριστερό αυτί.
«Η μάνα σου ετοίμασε χορτόπιτα και μοσχαρίσιο κρέας με μακαρόνια, όπως σου αρέσει.»





Κ. Δ. ΑΒΡΑΑΜ. ΚΥΝΑΡΙΑ

 Κουνάτε την ουρίτσα σας με μάτια ιλαρά γλείφετε πάντα ευπειθώς φρόνιμα εμποράκια σε μιά φτηνή βουλιάζετε και άβουλη  χαρά και σαν τους κλόο...